Ηλίας Ανδριόπουλος : «Έχω μια διαφορετική αντίληψη για το τραγούδι»
Συνέντευξη στον : Κώστα Πατσαλή
Ο συνθέτης Ηλίας Ανδριόπουλος έχει διαγράψει τον δικό του ξεχωριστό δρόμο στο ελληνικό τραγούδι τα τελευταία τριάντα πέντε χρόνια. Πιστός στις αρχές του και στα πιστεύω του, ακολούθησε μια ιδιαίτερη πορεία στην ελληνική μουσική, τον λεγόμενο «δύσκολο δρόμο». Μακριά από το κυνήγι του εφήμερου σουξέ και της προσωρινής «δόξας», μας χάρισε τραγούδια ακριβά και συνάμα τόσο λυρικά όπως, τα «Θα σε ξανάβρω στους μπαξέδες», «Μην κλαις», «Πλατεία Βάθης», «Πουλιά στα χίλια χρώματα», «Το τραγούδι του αρχιπελάγους» , «Καημός παλιού ρεμπέτη», «Αυτές οι ξένες αγκαλιές», « Ο αγέρας στους δρόμους» κά. Σε λίγες μέρες, ο κορυφαίος συνθέτης, θα παρουσιάσει κομμάτια από όλο, σχεδόν, το έργο του στο Μικρό Θέατρο της Αρχαίας Επιδαύρου. Τίτλος των δυο συναυλιών : «Μια διαδρομή από τα Γράμματα στο Μακρυγιάννη στις Ωδές του Ανδρέα Κάλβου».
Η συνέντευξη που ακολουθεί έγινε με αφορμή αυτές τις εμφανίσεις του. Ο Ηλίας Ανδριόπουλος δέχτηκε με πολλή ευγένεια ν΄απαντήσει στις ερωτήσεις, παρόλο που βρισκόταν στον πυρετό της προετοιμασίας των συναυλιών και τον ευχαριστούμε πολύ γι ‘ αυτό. Στη συνέντευξη που ακολουθεί ξεδιπλώνεται, μέσα από τις διηγήσεις του συνθέτη, ένα σημαντικό κομμάτι της ιστορίας της σύγχρονης ελληνικής μουσικής.
Σε λίγες μέρες στο Μικρό Θέατρο της Αρχαίας Επιδαύρου θα δώσετε δυο ενδιαφέρουσες συναυλίες. Μπορείτε να μας μιλήσετε γι’ αυτές τις συναυλίες;
Πρόκειται για δύο συναυλίες, που ετοιμάζω με πολύ κέφι, γιατί σε αυτή την καλλιτεχνική μου αναδρομή, θυμάμαι -πέραν των άλλων- διάφορα περιστατικά, που ο χρόνος τα είχε κάπως σκεπάσει. Συμπλήρωσα τελικά τριάντα πέντε χρόνια στην ελληνική μουσική, από τον Αύγουστο του 1978, όπου τότε ως νέος συνθέτης έδινα τρεις συναυλίες στο θέατρο Λυκαβηττού, συμμετέχοντας όπως και τώρα, στις εκδηλώσεις του Φεστιβάλ Αθηνών. Στην Μικρή Επίδαυρο την Παρασκευή 26 και το Σάββατο 27 Ιουλίου, με δύο συναυλίες που θα κλείσουν τις φετινές εκδηλώσεις στον χώρο αυτό, θα θυμηθούμε μαζί με τους φίλους της μουσικής και των τραγουδιών μου, τι έδωσε και τι αποτύπωσε αυτή η πορεία. ΄Ετσι, θα χαρούμε αγαπημένα τραγούδια από τους μελωδικούς μου κύκλους «Γράμματα στο Μακρυγιάννη», «Λαϊκά Προάστια», «Προσανατολισμοί», «Ξένες Πόρτες», αλλά και λιγότερο γνωστά τραγούδια από τα έργα μου «Αργοναύτες» και «Ωδές». Θα είναι ένα αντάμωμα παλιότερων και νεότερων φίλων κάτω από μία καλλιτεχνική τελετουργία.
Τα τελευταία χρόνια είστε φειδωλός στις εμφανίσεις σας, ενώ δεν έχετε ποτέ εμφανιστεί σε κέντρα. Γιατί έχετε επιλέξει αυτό το δρόμο;
Εμφανίζομαι στους χώρους και στις αίθουσες, που θεωρώ ότι «λειτουργεί» η μουσική μου. Και επειδή έχω μία διαφορετική αντίληψη για το τραγούδι, σε σχέση με πολλούς άλλους, γι’ αυτό αποφεύγω συνειδητά τις συχνές εμφανίσεις, που νομίζω φθείρουν την μουσική και την εικόνα κάθε καλού καλλιτέχνη. Πιστεύω ένας δημιουργός στην ωριμότητά του, πρέπει να διυλίζει και να προσφέρει το απόσταγμα της εργασίας του στο κοινό.
Μπήκατε στη δισκογραφία με τον δίσκο «Κύκλος Σεφέρη» το 1976 και με ερμηνευτές τον Νίκο Ξυλούρη και την Άλκηστη Πρωτοψάλτη. Πόσο εύκολο ή πόσο δύσκολο ήταν για σας να μπείτε στη δισκογραφία και μάλιστα έχοντας μελοποιήσει Σεφέρη;
Όταν είσαι νέος, πάντα η παρόρμηση προηγείται του στοχασμού. Αυτό δεν είναι απαραίτητα αρνητικό. Το έργο μου «Κύκλος Σεφέρη», που είναι και η πρώτη κατάθεσή μου στην δισκογραφία, ανήκει σε αυτή την αντίληψη, αν και νομίζω η διαίσθησή μου ερμήνευσε – τότε- σωστά πολλά πράγματα, που κατάλαβα αργότερα. ΄Ηταν ένα δύσκολο εγχείρημα για έναν νέο συνθέτη, το οποίο προετοίμαζε την εξέλιξή μου και το εντάσσω στο αίτημα και στο κλίμα της εποχής.
Το 1979 κυκλοφορείτε το δίσκο «Γράμματα στον Μακρυγιάννη και άλλα λαϊκά» σε στίχους Μάνου Ελευθερίου & Μιχάλη Μπουρμπούλη. Τραγούδια όπως τα «Θα σε ξανάβρω στους μπαξέδες» & «Αυτές οι ξένες αγκαλιές» αγαπιούνται από τον κόσμο πολύ και σας κάνουν ιδιαίτερα δημοφιλή. Πώς διαχειριστήκατε αυτή τη δημοτικότητα;
Αποφεύγοντας τα μεγάλα λάθη, όχι ίσως κάποια μικρότερα. Οι δισκογραφικές εταιρίες που κυριαρχούσαν εκείνο τον καιρό, μου πρότειναν συνεργασίες με τους πιο εμπορικούς και προβεβλημένους τραγουδιστές τους με ανάλογα χρήματα και φυσικά το αρνήθηκα. Δεν ήμουν φτιαγμένος γι αυτά. Ήθελα να ελέγχω και να κατευθύνω μόνος μου τον δημιουργικό μου προσανατολισμό.
Το 1980 αλλά και το 1985 κυκλοφορήσατε δυο επίσης σημαντικούς δίσκους, τα «Λαϊκά προάστια» και τις «Ξένες Πόρτες» με ερμηνεύτρια τη Σωτηρία Μπέλλου. Από αυτές τις δουλειές αγαπήθηκαν ιδιαίτερα τα «Μην κλαις», «Πλατεία Βάθης», «Καημός παλιού ρεμπέτη», «Έπεσε βροχή κι αγέρας»…. Μιλήστε μας γι’ αυτές τις δουλειές σας. Ποια ήταν η εμπειρία σας από τη συνεργασία με τη Σωτηρία Μπέλλου;
Κοιτάξτε. Ο κόσμος τότε ζούσε μία απέραντη γιορτή και χαίρονταν που άφηνε πίσω του την σκληρή δικτατορία, και προσδοκούσε να χτίσει μία διαφορετική Ελλάδα. Σε αυτή την γιορτή, σε αυτό το λαϊκό μεθύσι, που πρωτοστατούσαν οι νέοι, συμμετείχα προσωπικά και εγώ σαν καινούργιος καλλιτέχνης, φιλοδοξώντας να γράψω μουσική, εμπνεόμενος απ’ ότι συνέβαινε γύρω μου. Σκέφτηκα λοιπόν να συνδέσω την μουσική μου με αυτό το παλλαϊκό αίτημα, να ψηλαφίσω τις ευαισθησίες και τον ψυχισμό του, αναζητώντας σύμβολα από το παρελθόν. Έτσι οδηγήθηκα στην Μπέλλου την οποία θεωρούσα ιέρεια του ρεμπέτικου τραγουδιού. Ήμουν θυμάμαι ευτυχής, που η Μπέλλου συμμετείχε με μεγάλο κέφι στις ηχογραφήσεις των «Λαϊκών προαστίων», αλλά και αργότερα στις «Ξένες Πόρτες»
Η αναζήτηση πάλι, του Μακρυγιάννη ως συμβόλου , εντάσσεται σε αυτόν τον προβληματισμό. Ο Μακρυγιάννης είχε εξυμνηθεί από την φιλολογική Γενιά του ’30, και ο Σεφέρης, στις «Δοκιμές» του, είχε σφραγίσει την αντίληψη, αυτού του νεότερου ελληνικού συμβόλου. Έτσι προέκυψαν τα «Γράμματα στο Μακρυγιάννη». Πιστεύω πως το αποτέλεσμα δικαίωσε τις επιλογές που σας περιέγραψα παραπάνω.
Οι «Προσανατολισμοί» (1984) σε ποίηση Οδυσσέα Ελύτη είναι ένα στολίδι της ελληνικής δισκογραφίας. Μιλήστε μας για την ιδέα της μελοποίησής του.
Oι «Προσανατολισμοί» αφύπνισαν και εκτόξευσαν τον λυρισμό μου, αγγίζοντας εκείνη την πλευρά της ευαισθησίας μου, που μέχρι τότε δεν είχε εκδηλωθεί. Φυσώντας στην ψυχή μου σαν Αυγουστιάτικο βοριαδάκι, μου αποκάλυψαν εικόνες ελληνικές, γεμάτες έρωτα και νοσταλγία. Μπαίνοντας στο κλίμα τους, κατάλαβα πως ο Ελύτης τραγουδούσε άλλοτε με κατάνυξη, άλλοτε με ενθουσιασμό, τα στοιχεία της ελληνικής φύσης που αναπνέουν και κινούνται μέσα στο φως του δικού μας καλοκαιριού. Η μουσική ακολούθησε αυτή την απέραντη εξυμνητική αύρα, ακόμα και με τις οργανικές στιγμές της, που προέκτειναν τις μελοποιήσεις των στίχων, αγκαλιάζοντας ολόκληρο το ποιητικό μεγαλείο των «Προσανατολισμών». Μετά την μελοποίησή τους, άλλαξε ο δημιουργικός μου ορίζοντας και ανοίχτηκα στην πιο έντεχνη μουσική και σε πιο απαιτητικά έργα.
Το 1998 κυκλοφορήσατε το άλμπουμ «Αργοναύτες» σε ποίηση Σεφέρη & Γκάτσου αλλά και στίχους δικούς σας και του Μάνου Ελευθερίου. Τον κύκλο αυτόν τον είχατε πρωτοπαρουσιάσει το 1995 στο Ηρώδειο. Μιλήστε μας γι’ αυτή την εκπληκτική δουλειά.
Οι « Αργοναύτες» βρίσκονται στον αντίποδα, στην άλλη όχθη των «Προσανατολισμών». Τον λυρισμό εδώ, τον διαδέχεται η περιπέτεια και η τραγωδία του ελληνισμού, που καταγράφεται μέσα από την μακρά πορεία των αιώνων. Έχουμε, βλέπετε, την άλλη γραφή των ποιητών Γκάτσου – Ελευθερίου, με πρώτο τον Σεφέρη που μας ταξιδεύει με τα σύμβολα και τους μύθους στις βαθιές πηγές της ελληνικής παράδοσης. Η μουσική ακολουθεί εδώ, τον δραματικό και ελεγειακό τόνο της ποίησης, που σε κάποιες στιγμές παραπέμπει σε αρχαιοελληνικά μοτίβα. Επηρεασμένος, όσο έγραφα τη μουσική, από το κλίμα των «Αργοναυτών» προέκυψε και ο δικός μου στίχος «Ταξιδεύω», που συμπεριέλαβα στο cd.
Πριν δέκα χρόνια, το 2003, κυκλοφορήσατε το cd « Ωδαί» με μελοποιημένα ποιήματα του Ανδρέα Κάλβου και πέντε του Μίκη Θεοδωράκη. Μιλήστε μας γι’ αυτό το απρόσμενο σμίξιμο, τόσο με τον Κάλβο όσο και με το Θεοδωράκη.
Ήταν τότε που είχα τελειώσει την μουσική πάνω στον Κάλβο, και δεν είχα προχωρήσει ακόμα στην ενορχηστρωτική επεξεργασία, αυτή που γνωρίσαμε αργότερα για συμφωνική ορχήστρα, χορωδία και βαρύτονο. Έτσι αποφάσισα να εκδώσω για φωνή και πιάνο την πρώτη μορφή της μελοποίησής μου, με ερμηνεύτρια την Ιωάννα Φόρτη και το Θοδωρή Οικονόμου στο πιάνο. Εν τω μεταξύ, με παρότρυνση του Θεοδωράκη, έγραψα μουσική σε κάποια σπαρακτικά ποιήματά του, από τον « Ήλιο και Χρόνο» , που τα είχε γράψει στην Ασφάλεια της «Μπουμπουλίνας», τον πρώτο καιρό της χούντας. Εκεί που ανταμώνουν ο Κάλβος με το Θεοδωράκη, παρότι οι εποχές διαφέρουν και οι συνθήκες δεν είναι ίδιες, είναι το υψηλό αίσθημα της ελευθερίας που διαπερνά και τους δύο. ΄Ενιωσα, ότι τα δύο αυτά διαχρονικά μεγέθη του ελληνισμού, θα μπορούσαν να συνυπάρξουν σε αυτό το cd και γι αυτό τους τοποθέτησα μαζί.
Συνεργαστήκατε με αξιόλογους στιχουργούς όπως ο Μάνος Ελευθερίου και ο Μιχάλης Μπουρμπούλης. Πείτε μας δυο λόγια γι’ αυτούς τους συνεργάτες σας.
Την άνθιση του ελληνικού τραγουδιού την σήκωσαν στους ώμους τους λιγοστοί άνθρωποι. Ο Ελευθερίου και ο Μπουρμπούλης συμπεριλαμβάνονται σ΄αυτή τη συντροφιά. Έχουν και οι δύο ανεπτυγμένη την αίσθηση του στίχου που πάει να γίνει τραγούδι. Αυτό το χάρισμα το διέθετε σε υπέρτατο βαθμό μόνο ο Νίκος Γκάτσος. Τους αγαπώ και τους δύο, γιατί μου έδωσαν υπέροχους στίχους και γιατί είναι και φίλοι μου.
Εκτός από τη Σωτηρία Μπέλλου, τραγούδια σας ερμήνευσαν ο Νίκος Ξυλούρης, η Πρωτοψάλτη, η Βενετσάνου, ο Δημητράτος, ο Μητσιάς, ο Καλογιάννης κ.ά. Οι ερμηνευτές ήταν πάντα δική σας επιλογή ή ήταν προτάσεις των εκάστοτε εταιριών που συνεργαζόσασταν;
Δεν επέτρεπα σε κανέναν, ούτε σε παραγωγό, ούτε σε δισκογραφική εταιρία, να έχουν λόγο στην επιλογή των ερμηνευτών μου. Αυτό υπήρξε σημείο αδιαπραγμάτευτο για εμένα. Τρανταχτό παράδειγμα η συμμετοχή της Μπέλλου στα «Λαϊκά Προάστια», σε αντίθεση με τη γνώμη του Αλέκου Πατσιφά, ο οποίος προτιμούσε άλλη επιλογή ερμηνευτή.
Το 2006 κυκλοφορήσατε το πρώτο σας βιβλίο «Αφήγηση των Ήχων» κι ακολούθησαν κι άλλα δύο «Αντι-ηχήσεις» (2008) και «Το Αίνιγμα μιας Γενιάς – Μεταπλάσεις» φέτος. Μιλήστε μας γι’ αυτή σας τη συγγραφική πλευρά.
Ακούστε. Δε φιλοδοξώ να γίνω συγγραφέας. Συνθέτης είμαι. Γράφω, γιατί θέλω να εκφραστώ με αυτόν τον τρόπο και να αναδείξω θέματα που με προβληματίζουν, είτε αναφέρομαι σε θεωρητικές απόψεις μου περί τέχνης, είτε δίνοντας τη δική μου εξήγηση πάνω σε κοινωνικά και πολιτικά θέματα που βαραίνουν τον τόπο. Από την άλλη, προσέχω πολύ ο έντυπος λόγος μου να είναι φροντισμένος και κατανοητός. Το «Αίνιγμα μιας Γενιάς – Μεταπλάσεις», που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Αργοναύτες και το διακινεί ο Ιανός, περιέχει όλο το απόσταγμα των αντιλήψεών μου, για τα θέματα που με καίνε: την αισθητική, την ελληνικότητα, τον πολιτισμό, τη μουσική, το τραγούδι κλπ.
Εδώ και μια δεκαετία δεν είστε δισκογραφικά ενεργός. Σήμερα, πώς βλέπετε τη δισκογραφία; Προς τα πού οδεύουν τα πράγματα;
Σε λίγες μέρες θα παρουσιάσετε έργα σας στο Μικρό Θέατρο της Επιδαύρου. Μετά από αυτές τις εμφανίσεις ποια είναι τα άμεσα σχέδιά σας και δισκογραφικά αλλά και σε επίπεδο ζωντανών εμφανίσεων.
Θα ξαναεπιστρέψω στη σιωπή μου. Οι εμφανίσεις μου τα τελευταία χρόνια δεν είναι συχνές, θα τις έλεγα περισσότερο επιλεκτικές.
Δημοσιεύτηκε στο μουσικό περιοδικό www.e-orfeas.gr την Τρίτη 23 Ιουλίου 2013, στις 14.46.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου